Menu

Μαρίνα Πατούλη: Ξαναχτυπά μέσω facebook – «Έκλαιγε μερόνυχτα για έναν τίποτα».

Με το ποστάρισμα ενός άρθρου στον προσωπικό της λογαριασμό στο facebook υπό τον τίτλο «Είμαστε όλες Μαρίνα Πατούλη…», δίνει συνέχεια η πρώην (;) σύζυγος του περιφερειάρχη Αττική Γιώργου Πατούλη στη διαμάχη τους.  «Από σήμερα είμαι Μαρίνα. Μαρίνα Πατούλη. Για εκείνον τον τύπο που με άφησε σύξυλη ένα καλοκαίρι, λίγο πριν από τις διακοπές. Και για την κολλητή μου, που έκλαιγε μερόνυχτα για έναν «τίποτα», καταλήγει το άρθρο που γράφει η Ρομίνα Ξυδά, και, όπως γράφει η κ. Πατούλη, που φαίνεται ότι δεν δίνει σημασία στο γεγονός ότι ο περιφερειάρχης κρατά χαμηλούς τόνους, τουλάχιστον δημοσίως: «Σαν να με γνώριζε χρόνια…Ευχαριστώ από καρδιάς !!!»

Είμαστε όλες Μαρίνα Πατούλη…

Της Ρομίνας Ξύδα

Τον ξέρω αυτόν τον τόνο φωνής. Το σπασμένο, τον κομματιασμένο. Σαν ποτήρι με νερό που σου γλιστράει από το χέρι και σκάει στο μάρμαρο πριν προλάβεις να ξεδιψάσεις. Και δεν διψάς πια. Μόνο τα γυαλάκια παλεύεις εμμονικά να μαζέψεις, κάποια σου ξεφεύγουν και καρφώνονται στην γυμνή σου πατούσα σήμερα, αύριο, μια βδομάδα μετά, πώς γίνεται θρύψαλα η ζωή σου, ρε φίλη, από τη μια στιγμή στην άλλη… Τον ξέρω, που λες, αυτόν τον τόνο φωνής. Τον σπαρακτικό, τον διαλυμένο, τον «δεν υπάρχει επιστροφή κι αν υπάρξει το γυαλί δεν ξανακολλάει». Τόσο δικός μου, τόσο δικός σου, τόσο οικείος μας. Κι ύστερα, ολονυκτίες με κούτες τσιγάρα και τόνους αλκοόλ γύρω από την ιαπωνική τέχνη του kintsugi, αυτή ντε που κολλάει τις σπασμένες πορσελάνες δίνοντάς τους μία νέα, ανεκτίμητη αξία… «Μην το πετάξεις το σπασμένο στα σκουπίδια», σου λέει ο γιαπωνέζος, δες το αλλιώς. Με άλλο μάτι, με άλλη φιλοσοφία, έχει και η ρημάδα η ρωγμή την αξία της. Σκουπίδια εμείς, τσακίδια για να είμαστε πιο ακριβείς…

Κάντε τις στιγμές σας…Βιβλίο!

Εκτυπώστε τώρα τις φωτογραφίες από το κινητό σας σε υπέροχα Φωτο-άλμπουμ!

Την άκουσα, που λες σήμερα φίλη, ξανά αυτή τη φωνή. Από τα χείλη της Μαρίνας της Πατούλη. Και ξέχασα τις πυρόξανθες μπούκλες της, τα λευκόχρυσα φουστάνια της, τα δωδεκάποντα στην άμμο, το επιτηδευμένο κράξιμο και τις ανεπιτήδευτες μπηχτές μας. Και τα πλατινέ της τα σαλόνια ξέχασα και το κιτς των φωτογραφικών της ενσταντανέ, κι εκείνο το φούξια κραγιόν που όχι για να φορέσεις, ούτε για να γράψεις «καλημέρα» σε καθρέφτη δεν κάνει. Κι ήταν σαν να άκουγα εμένα. Κι εσένα. Κι όλες τις γυναίκες που ο πόνος τους για έναν άντρα ήταν τόσο δυνατός που έσβηνε την εικόνα τους. Ήταν όμορφες; Άσχημες; Σικάτες; Λαϊκές; Κοντές; Ψιλές; Αδύνατες; Χοντρές; Ποιος τα κοιτάει αυτά; Σε τέτοιες ώρες τον πόνο βλέπεις μόνο, μέχρι που η εικόνα γίνεται ήχος, εξαντλημένος  απ΄την αρχή μέχρι το τέλος του σε ένα μακρόσυρτο «γιατί;». Σαν της Μαρίνας.

Αυτά τα «γιατί»… Τα μάταια, τα χαζά, τα άχρηστα «γιατί». Πόσες φορές τα ρωτήσαμε, πόσες τα βασανίσαμε κι απάντηση δεν πήραμε καμιά. «Γιατί έτσι» είναι από την αρχή, όταν το πράγμα φτάσει στο τέλος του. Κι έκλαιγα, κι έκλαιγες και κλαίγαμε κι ύστερα σκουπίζαμε βιαστικά τα δάκρια με ανοιχτές παλάμες, μπας και μας δει κανείς και μας πει «καημένη». Πόσο την ντρεπόμουν, την ντρεπόσουν, την ντρεπόμασταν αυτή τη λέξη. Και πόσο η Μαρίνα με τα λευκόχρυσα φουστάνια, τα δωδεκάποντα στην άμμο και τα πλατινέ σαλόνια, δεν την ντράπηκε στιγμή. Βροντοφώναξε παντού ότι πονάει, ότι υποφέρει, ότι δεν ξέρει πώς το άτιμο το ποτήρι της γλίστρησε από τα χέρια κάνοντας θρύψαλα τη ζωή της. Θέλει τσαμπουκά αυτή η φωνή, θέλει δύναμη αυτή η παραδοχή, θέλει την αθωότητα μιας έφηβης και την ωριμότητα μιας κυρίας… Από σήμερα είμαι Μαρίνα. Μαρίνα Πατούλη. Για εκείνον τον τύπο που με άφησε σύξυλη ένα καλοκαίρι, λίγο πριν από τις διακοπές. Και για την κολλητή μου, που έκλαιγε μερόνυχτα για έναν «τίποτα». Και για όλες τις γυναίκες που πέταξαν σπασμένα γυαλιά στα σκουπίδια αρνούμενες να τα μετατρέψουν σε kintsugi…

Exit mobile version